ἐλλιπής — leaving out masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ελλιπής — ές (AM ἐλλιπής, ές) 1. αυτός που παρουσιάζει ελλείψεις («ελλιπής μερίδα», «ελλιπής φοίτηση») 2. φρ. «ελλιπή ρήματα» τα ελλειπτικά νεοελλ. φρ. 1. «ελλιπής αριθμός» ο αριθμός τού οποίου το άθροισμα τών διαιρετών είναι μικρότερο από τον αριθμό 2.… … Dictionary of Greek
ελλιπής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή, που έχει ελλείψεις, ατελής, λειψός, ελαττωματικός … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐλλίπῃς — ἐλλείπω leave in aor subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλλιπῆ — ἐλλιπής leaving out neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἐλλιπής leaving out masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἐλλιπής leaving out masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλλιπέστερον — ἐλλιπής leaving out adverbial comp ἐλλιπής leaving out masc acc comp sg ἐλλιπής leaving out neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλλιπεστέραις — ἐλλιπής leaving out fem dat comp pl ἐλλιπεστέρᾱͅς , ἐλλιπής leaving out fem dat comp pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλλιπεστέρως — ἐλλιπής leaving out masc acc comp pl (doric) ἐλλιπής leaving out comp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλλιπεῖ — ἐλλιπής leaving out masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἐλλιπής leaving out masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλλιπεῖς — ἐλλιπής leaving out masc/fem acc pl ἐλλιπής leaving out masc/fem nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐλλιπέα — ἐλλιπής leaving out neut nom/voc/acc pl (epic ionic) ἐλλιπής leaving out masc/fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)